Σάββατο 5 Απριλίου 2014

THE MYTH OF DAIDALOS AND IKAROS IN VISUAL ARTS



Magnus Knut Enckell, Δαίδαλος και Ίκαρος


Ο ΜΥΘΟΣ ΔΑΙΔΑΛΟΥ ΚΑΙ ΙΚΑΡΟΥ ΣΤΙΣ ΕΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΤΕΧΝΕΣ
 
Αντί προλόγου
Περὶ ∆αιδάλου καὶ Ἰκάρου. Φασὶν ὅτι Μίνως ∆αίδαλον καὶ Ἴκαρον τὸν υἱὸν αὐτοῦ καθεῖρξε διά τινα αἰτίαν, ∆αίδαλος δὲ ποιήσας πτέρυγας ἀμφοτέροις προσθετάς, ἐξέπτη μετὰ τοῦ Ἰκάρου. νοῆσαι δὲ ἄνθρωπον πετόμενον, ἀμήχανον, καὶ ταῦτα πτέρυγας ἔχοντα προς-θετάς. τὸ οὖν λεγόμενον ἦν τοιοῦτον. ∆αίδαλος ὢν ἐν τῇ εἱρκτῇ, καθεὶς ἑαυτὸν διὰ θυρίδος καὶ τὸν υἱὸν κατασπάσας, σκαφίδι ἐμβάς, ἀπῄει. αἰσθόμενος δὲ ὁ Μίνως πέμπει πλοῖα διώξοντα. οἱ δὲ ὡς ᾔσθοντο, ἀνέμου λάβρου καὶ φοροῦ ὄντος, πετόμενοι ἐφαίνοντο. εἶτα πλέοντες οὐρίῳ Κρητικῷ νότῳ ἐν τῷ πελάγει περιτρέπονται· καὶ ὁ μὲν ∆αίδαλος περισῴζεται εἰς τὴν γῆν, ὁ δὲ Ἴκαρος διαφθείρεται (ὅθεν ἀπ' ἐκείνου Ἰκάριον πέλαγος ἐκλήθη), ἐκβληθέντα δὲ ὑπὸ τῶν κυμάτων ὁ πατὴρ ἔθαψεν.
ΠΑΛΑΙΦΑΤΟΥ, ΠΕΡΙ ΑΠΙΣΤΩΝ


  
Πάνος Μωραΐτης, Ίκαρος

Ο μύθος του Δαίδαλου και του Ίκαρου στις εικαστικές τέχνες
Αρκετές φορές έχουμε αναφερθεί στην Ελληνική Μυθολογία και στη σημαντικότητά της, μια και αποτέλεσε τη μεγάλη μήτρα απ’ τη θεματολογία τής οποίας οι καλλιτέχνες άντλησαν υλικό δημιουργώντας ολόκληρες σειρές έργων. Δεν υπάρχει τέχνη στην Ευρώπη που να μην άντλησε υλικό από τους μύθους της Ελλάδας. Αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο η Ελληνική Μυθολογία κρατάει –και θα κρατά αενάως- τα σκήπτρα της πρωτιάς. Παρουσιάζουμε εδώ το μύθο του Δαίδαλου και του Ίκαρου και όταν λέμε μύθο, θα πρέπει να τονίσουμε ότι το ιστορώ περιέχει το μυθιστορώ. Το «παρά το μύθο» είναι το παραμύθι. Παρουσιάζουμε λοιπόν εδώ τούτο το μύθο με όσο πιο πλήρη και τεκμηριωμένο τρόπο μάς επιτρέπει η παιδεία μας. Είναι βαθιά μας επιθυμία να μην περιοριζόμαστε σε απλές αναφορές και παρουσιάσεις εικόνων αλλά να καλύπτουμε σφαιρικά και στο μέτρο του δυνατού ένα θέμα.
Τον ξακουστό λοιπόν τεχνίτη Δαίδαλο, αλλά και με τον απρόσεχτο γιό του Ίκαρο δεν θα αργήσει να απεικονίσει η ζωγραφική, να αναπαραστήσει η γλυπτική και να «συλλάβει» η φωτογραφία. Ιδιαίτερα η πτώση του Ίκαρου προκάλεσε το ενδιαφέρον στοχαστών και καλλιτεχνών. Από την αρχαιότητα ακόμα μας σώζονται αγγειογραφίες που απεικονίζουν τους δύο ήρωες. Ένα νεοαττικό ανάγλυφο του 1ου αι. π.Χ. βρίσκεται στη Βίλλα Αλμπάνι. Πίνακες και αγάλματα νεώτερων χρόνων βρίσκονται διάσπαρτα σε ιδιωτικές συλλογές και μουσεία. Ενδεικτικά θα μπορούσαμε να αναφερθούμε στον πίνακα Τοπίο με πτώση του Ίκαρου του Γ. Πίτερ Μπρίγκελ ή Μπρέγκελ ο πρεσβύτερος (Pieter Bruegel the Elder) φιλοτεχνημένος το 1558 που τώρα εκτίθεται στο Βασιλικό Μουσείο των Βρυξελλών. Αλλά και έργα των Γ. Πράισλερ, Γ. Σιμ, Β. Βατσούλεκ, Vlaho Bukovac, Magnus Knut Enckell συμπληρώνουν έναν κύκλο. Στην γλυπτική έχουμε τον Ίκαρο (1919-20) του Jan Stursa, της Β. Ντοχνάλαβα (1936), τα ανάγλυφα του Ρούντολφ Πρίμπις (1934), αλλά και ο Α. Ροντέν που φιλοτέχνησε το άγαλμα Η πτώση του Ίκαρου που σήμερα βρίσκεται στο Μουσείο Ροντέν στο Παρίσι.
Στη λογοτεχνία δεν σπανίζουν τα έργα που αναφέρονται στην περιπέτεια και το άδοξο τέλος του Ίκαρου. Το ποίημα Ίκαρος (1889), του Γ. Βρχλίτσκυ (Jaroslav Vrchlický 1853-1912) και του Γ. Καράσεκ, το ποίημα του Β. Γ. Μπριούσοφ, Δαίδαλος και Ίκαρος, (1910). Οφείλουμε φυσικά να προσθέσουμε το Έπος για τον Ίκαρο του Ντ’ Ανούτσιο, αλλά και το αλληγορικό ποίημα Ο Ίκαρός μας του Βλαντιμίρ Ρόυ. Επίσης μια από τις ποιητικές συλλογές του Στέφαν Ζιάρυ έχει τον τίτλο Ο Ίκαρος ζει αιώνια (1960). Τέλος να αναφέρουμε και τρία μουσικά έργα: τη συμφωνική σύνθεση Νέος Ίκαρος (1928) του Σ. Γκόλντμπαχ, το συμφωνικό ποίημα Ίκαρος του Κ. Μπαιμ (1929), και το μπαλέτο Η πτήση του Ίκαρου (1943) του Ι. Μάρκεβιτς (Igor Markevitch).
Εδώ, με μια σειρά εικόνων θα παρουσιάσουμε έργα καλλιτεχνών –πέρα από τους προαναφερόμενους- που επηρεάστηκαν από τον μύθο του Δαίδαλου και του Ίκαρου. Ας δούμε όμως πρώτα αναλυτικά αυτούς δυο ήρωες της μυθολογίας μας.
 
Δαίδαλος και Ίκαρος, Αγία Γαλήνη, Ρέθυμνο (πηγή)

Δαίδαλος και Ίκαρος
Ο Δαίδαλος, ήταν ένας ευφυής νέος με εξαιρετικές ικανότητες. Ήταν ο πιο θαυμαστός αρχιτέκτονας, αλλά και γλύπτης, και εφευρέτης της αρχαιότητας. Αναφέρεται από τον Όμηρο στην Ιλιάδα και συγκεκριμένα στην περιγραφή της ασπίδας του Αχιλλέα που σφυρηλατεί ο ίδιος ο Ήφαιστος. Ο Δαίδαλος είχε πατέρα τον Μητίονα1 που ήταν γιος του Ερεχθέα, μητέρα του ήταν η Ιφινόη, αναφέρεται όμως και η Αλκίππη. Παραλλαγές του μύθου τον θέλουν γιο του Ευπάλαμου ή του Μητίονα. Ήταν δηλαδή εγγονός ή δισέγγονος του Ερεχθέα. Λέγεται ότι τις τέχνες του τις είχε μάθει από την ίδια την Αθηνά. Υπάρχει όμως και η παραλλαγή που λέει ότι είχε μαθητεύσει κοντά στον Ήφαιστο.
Ο Δαίδαλος ήταν ο πρώτος που δημιούργησε αγάλματα θεών. Επινόησε πολλά εργαλεία και μηχανήματα που είχαν να κάνουν με την τέχνη της αγαλματοποιίας. Πρώτος αυτός τελειοποίησε την τεχνική των αγαλμάτων και τα έκανε να μοιάζουν τόσο πολύ στους ανθρώπους, ώστε ο κόσμος άρχισε να διηγείται ότι αυτά μπορούσαν να βλέπουν και να κινούνται και ότι κάλλιστα θα μπορούσαν να φύγουν αν δεν τα έδεναν. Τα αγάλματα πριν από αυτόν παρουσιάζονταν με κλεισμένα τα μάτια και τα χέρια ίσια, κολλημένα πάνω στα πλευρά τους. Μια στάση που μας είναι γνωστή από τους Κούρους και τις Κόρες. Ήταν ο Δαίδαλος λοιπόν που κατάφερε να χωρίζει τα πόδια και να απομακρύνει τα χέρια από το σώμα, έτσι που κοιτάζοντάς τα κανείς, νόμιζε ότι κινούνται. Τα έργα του φυσικά είχαν γίνει γνωστά σε όλο τον κόσμο. Ο περιηγητής του 2ου μ. Χ. αιώνα Παυσανίας κάθε φορά που κάνει λόγο για διάφορα ξόανα, αναφέρει το όνομά του συνδέοντάς τα με αυτόν. Σε πολλούς ναούς όπως στο Ηράκλειο των Θηβών, στο ιερό του Τροφονίου στη Λειβαδιά, αλλά και στην Κόρινθο, στην Μεσσηνία, στις κρητικές πόλεις Ολούντα και Κνωσό, αλλά και στην Καρία και στη Δήλο μας αναφέρει αγάλματα του Δαιδάλου. Ακόμα μας είναι γνωστό πως ο Δαίδαλος κατασκεύασε ένα πτυσσόμενο κάθισμα, ένα δίφρο, το οποίο οι Αθηναίοι φύλαγαν στο Ερεχθείο.
Ο Απολλόδωρος2 που μας ιστορεί το μύθο μας λέει:
Ἦν γὰρ [Δαίδαλος] ἀρχιτέκτων ἄριστος καὶ πρῶτος ἀγαλμάτων εὑρετής. οὗτος ἐξ Ἀθηνῶν ἔφυγεν, ἀπὸ τῆς ἀκροπόλεως βαλὼν τὸν τῆς ἀδελφῆς [Πέρδικος] υἱὸν Τάλω, μαθητὴν ὄντα, δείσας μὴ διὰ τὴν εὐφυΐαν αὐτὸν ὑπερβάλῃ· σιαγόνα γὰρ ὄφεως εὑρὼν ξύλον ἔπρισε. φωραθέντος δὲ τοῦ νεκροῦ κριθεὶς ἐν Ἀρείῳ πάγῳ καὶ καταδικασθεὶς πρὸς Μίνωα ἔφυγε.
(Ήταν [ο Δαίδαλος] άριστος αρχιτέκτων και πρώτος αυτός εφεύρε τα αγάλματα. Εξορίστηκε από την Αθήνα γιατί έριξε από την Ακρόπολη τον Τάλω, γιο της αδελφή του και δικό του μαθητή. Φοβήθηκε πως το παιδί, λόγω της ευφυίας του, θα μπορούσε να αναδειχθεί ανώτερό του στην τέχνη· ο Τάλως είχε βρει ένα σαγόνι φιδιού και μ' αυτό πριόνισε ένα πολύ λεπτό ξύλο, αποκαλύφθηκε όμως το έγκλημά του και καταδικάσθηκε από τον Άρειο Πάγο, έτσι έφυγε από την Αθήνα για το βασίλειο του Μίνωα).
(Απολλοδώρου Βιβλιοθήκη, Βιβλίο Γ’ κεφ. 15, παρ. 8)
Ο Δαίδαλος λοιπόν, είχε έναν ανιψιό, τον Τάλω, γιο της αδελφής του Πέρδικας. Ο ανιψιός αυτός μαθήτευε κοντά στον Δαίδαλο προκειμένου να γίνει κάτοχος την τέχνη του. Ο νέος, όμως ήταν πολύ ευφυής, έτσι ο δάσκαλος φοβήθηκε ότι θα τον ξεπεράσει. Ο Τάλως, μας διηγείται ο Απολλόδωρος ο Αθηναίος, βρήκε τη μασέλα ενός φιδιού και τη χρησιμοποίησε για να πριονίσει ξύλα, και αντικαθιστώντας τα φυσικά δόντια με μεταλλικά οδηγήθηκε στην εφεύρεση του πριονιού. Και όχι μόνο αυτό. Είχε κατασκευάσει πρώτος τον κεραμικό τροχό και είχε επινοήσει το διαβήτη.
Η ζήλεια του Δαιδάλου μπροστά στην μεγαλοφυΐα του ανιψιού όλο και μεγάλωνε, έτσι αποφάσισε να τον βγάλει από τη μέση. Μια μέρα λοιπόν πήρε τον ανιψιό του και ανέβηκαν στην Ακρόπολη με σκοπό να του δείξει δήθεν την Αθήνα. Εκεί όμως που ο Τάλως καθόταν στην άκρη του τείχους και κοιτούσε αμέριμνος τον έσπρωξε. Το παιδί έπεσε και τσακίστηκε πάνω στα βράχια. Αμέσως έτρεξε, βρήκε το πτώμα και αποπειράθηκε να το θάψει για να σκεπάσει το έγκλημά του. Τον είδαν όμως περαστικοί και τον ρώτησαν τι έθαψε εκεί. Αυτός απάντησε ένα μεγάλο φίδι. Βρήκαν όμως το νεκρό Τάλω και ο Δαίδαλος δικάστηκε για ανθρωποκτονία στον Άρειο Πάγο. Του επιβλήθηκε η γνωστή ποινή που την εποχή εκείνη που δεν ήταν άλλη από το να εγκαταλείψει την Αθήνα για πάντα. Η μητέρα του Τάλου και αδελφή του Δαίδαλου, Πέρδικα, μέσα στην απελπισία της για το χαμό του γιου της κρεμάστηκε.
Ο Δαίδαλος αναγκάστηκε να φύγει από την Αθήνα. Αρχικά έμεινε σε έναν κοντινό δήμο από το όνομά του αργότερα οι κάτοικοί του ονομάστηκαν Δαιδαλίδες. Δεν μπορούσε όμως να μείνει για πολύ εκεί, έτσι κατέφυγε στην Κρήτη, στο βασιλιά Μίνωα, που τον καλοδέχτηκε. Ο Δαίδαλος έθεσε τις ικανότητές του στην υπηρεσία του νέου βασιλιά. Με τις αρχιτεκτονικές του γνώσεις ο Δαίδαλος έχτισε το περίφημο χοροστάσι της Αριάδνης, που δεν ήταν τίποτα άλλο από ένας χώρος για χορό που πολλοί θα ζηλέψουν και θα το αντιγράψουν, ακόμα και οι θεοί. Συγκεκρημένα, ο Ήφαιστος, εντυπωσιασμένος από τούτο το έργο του Δαίδαλου, θα φιλοτεχνήσει -όπως μας αναφέρει ο Όμηρος- πάνω στην ασπίδα του Αχιλλέα ένα παρόμοιο χοροστάσι. Στα μεγάλα αρχιτεκτονικά έργα του Δαίδαλου στην Μινωική Κρήτη, συγκαταλέγεται, βέβαια, και ο Λαβύρινθος.

 
Charles Le Brun, Δαίδαλος και Ίκαρος, 1645-46
λάδι σε καμβά 190 x 124 cm. Μουσείο Ερμιτάζ, Αγ. Πετρούπολη.

Ο Δαίδαλος στη Μινωική Κρήτη
[κἀκεῖ Πασιφάῃ ἐρασθείσῃ τοῦ Ποσειδωνείου ταύρου συνήργησε τεχνησάμενος ξυλίνην βοῦν,]
(Απολλόδωρος, 3,122)
Εκεί, στο βασίλειο του Μίνωα, πέρα από τις αρχιτεκτονικές του κατασκευές ο Δαίδαλος βοήθησε την Πασιφάη,3 τη γυναίκα του Μίνωα, να ικανοποιήσει το πάθος της και να σμίξει με ένα όμορφο ταύρο του Ποσειδώνα, που καιρό τώρα ποθούσε. Ο ταύρος αυτός ήταν δώρο του Ποσειδώνα για το γάμο τους, αλλά όπως ξεπρόβαλε από τη θάλασσα, όμορφος και αγέρωχος, ο Μίνωας λυπήθηκε να τον θυσιάσει. Έτσι τον έστειλε στα κοπάδια του και θυσίασε στην θέση του ένα άλλο, δικό του ταύρο. Αυτό δεν άρεσε καθόλου στον Ποσειδώνα που αποφάσισε να εκδικηθεί τον Μίνωα, στέλνοντας πάθος στη γυναίκας του για τούτο τον ταύρο. Υπάρχει και η εκδοχή που λέει πως η Πασιφάη τιμωρήθηκε από την θεά Αφροδίτη επειδή δεν την τιμούσε.
Ο Δαὶδαλος λοιπόν γι' αυτό το σκοπό, ανταποκρινόμενος στην βοήθεια που του ζητήθηκε από την Πασιφάη, κατασκεύασε ένα ξύλινο ομοίωμα ταύρου, στο οποίο η Πασιφάη μπήκε μέσα και έτσι προσέγγισε το αντικείμενο του πόθου της, αφού ο ταύρος ξεγελάστηκε περνώντας το για αληθινό. Τόσο πολύ έμοιαζε. Αποτέλεσμα αυτής της ένωσης ήταν ο Μινώταυρος, το τρομερό τέρας που αργότερα θα σκοτώσει ο Θησέας. Όμως η βοήθεια που πρόσφερε στην Πασιφάη ο Δαίδαλος, εξόργισε το Μίνωα με αποτέλεσμα να πέσει σε δυσμένεια και να τον κλείσουν στο Λαβύρινθο· τη φυλακή που είχε χτίσει για τον Μινώταυρο.
Στη φυλακή ο Δαίδαλος είχε μαζί και το γιό του Ίκαρο που είχε αποκτήσει με μια δούλη του Μίνωα, την Ναυσικράτη. Ουσιαστικά αυτό που έκλεισε στη φυλακή τον Δαίδαλο, ήταν το πάθος του Μίνωα για τα ωραία κτίρια και αγάλματα, και η επιθυμία του να τα αποκτήσει από τον Δαίδαλο. Στη σκέψη όμως ότι ο Δαίδαλος θα μπορούσε να πάει και σε άλλους βασιλιάδες να προσφέρει τις υπηρεσίες του, τρελαίνονταν μια και ήθελε να τον έχει αποκλειστικότητα. Έτσι τον φυλάκισε μαζί με το γιό του. Όπως και να έχουν τα πράγματα ο Δαίδαλος βρέθηκε στη φυλακή και εκεί μηχανεύτηκε ένα σχέδιο για να φύγουν μαζί με το γιο του από την Κρήτη. Παρατηρώντας τα πουλιά και το πέταγμά τους, κατασκεύασε φτερούγες με πούπουλα που τα συγκόλλησε με κερί δένοντάς τες πάνω στο σώμα του και στο σώμα του Ίκαρου. Συμβούλεψε όμως το γιο του πως δεν πρέπει να πετάει πολύ ψηλά, κοντά στον ήλιο, μια υπήρχε κίνδυνος οι ακτίνες του να λιώσουν το κερί και να διαλυθούν τα δεσίματα των φτερών, αλλά ούτε και πολύ χαμηλά μια και εδώω ελόχευε άλλος κίνδυνος, να βραχούν τα φτερά και να βαρύνουν. Δραπέτευσαν λοιπόν πετώντας από το Λαβύρινθο και άρχισαν να περνούν πάνω από την θάλασσα.
Ό Ίκαρος μαγεμένος από την ομορφιά του απέραντου γαλάζιου που πρώτη φορά αντίκριζε στο κατάφωτο Αιγαίο και παρασυρμένος από την ευχαρίστηση τού να πετάει όλο και πιο ψηλά, ελαφρής καθώς ήταν, ξέχασε τις συμβουλές του πατέρα του και πλησίασε κοντά στον ήλιο. Αυτό που φοβόταν ο Δαίδαλος έγινε. Το δέσιμο των φτερών διαλύθηκε και ο Ίκαρος βρέθηκε μετά από μια θεαματική κάθοδο, στη θάλασσα. Ο δύστυχος πατέρας προσπάθησε να τον εντοπίσει πετώντας πάνω από το σημείο που είχε πέσει, αλλά δεν κατάφερε να τον σώσει. Το πέλαγο όπου έπεσε ο Ίκαρος ονομάστηκε Ικάριο και έως σήμερα φέρει αυτή την ονομασία. Το πλησιέστερο νησί που ο Δαίδαλος ενταφίασε το νεκρό σώμα του Ίκαρου ονομάστηκε Ικαρία. Σύμφωνα με άλλη εκδοχή ο Ηρακλής βρήκε και έθαψε στο νησί το σώμα του Ίκαρου.
Για την διαφυγή του Δαίδαλου από την Κρήτη υπάρχουν πολλές παραλλαγές. Μια άλλη παραλλαγή του μύθου αναφέρεται ότι η Πασιφάη τους βοήθησε να δραπετεύσουν από το νησί δίνοντάς τους κρυφά ένα καράβι. Ο Δαίδαλος με τον Ίκαρο έφυγαν πλέοντας ανατολικά από τις Κυκλάδες, αλλά κοντά σε ένα νησί, ο Ίκαρος παραπάτησε, έπεσε στη θάλασσα και πνίγηκε. Ο Δαίδαλος έθαψε το σώμα του άτυχου γιου του στο νησί και συνέχισε το ταξίδι του για την Σικελία που τότε ονομαζόταν Σικανία. Άλλη παραλλαγή λέει πως έφυγαν -χωρίς τη βοήθεια κάποιου- με καράβι από την Κρήτη και μάλιστα λέγεται πως είναι οι πρώτοι που επινόησαν το πανί, που με δυνατό άνεμο στην πρύμη και με τους σοφούς ελιγμούς του Δαίδαλου, το καράβι τους γλιστρούσε πάνω στα νερά και έφευγε πιο γρήγορα από τα καράβια του Μίνωα που είχαν κουπιά και μάταια τους καταδίωκαν. Βλέποντας μάλιστα το πανί του καραβιού τους να χάνεται στον ορίζοντα, είπαν ότι ο Δαίδαλος και ο Ίκαρος έκαναν φτερά. Άλλη παραλλαγή λέει ότι και η Πασιφάη ήταν φυλακισμένη μαζί με τον Δαίδαλο μια και ο Μίνωας ήταν εξοργισμένος με την απιστία της. Νεώτερη παραλλαγή λέει ότι ο Δαίδαλος έδωσε στην Αριάδνη το μίτο, που με τη σειρά της τον έδωσε στον Θησέα, ο οποίος χάρη σε αυτόν κατάφερε να μην χαθεί στις δαιδαλώδης στοές και τα στενά του Λαβύρινθου. Ο Θησέας σε ανταπόδοση τον πήρε μαζί του, έτσι έφυγε από την Κρήτη για να έρθει στην Αθήνα.

Ίκαρος, Άγιος Κήρυκος. Ικαρία. Φωτό: Αργύρης Αγγελόπουλος (πηγή)

Ο Δαίδαλος στη Σικελία
 Καὶ τὸν μὲν Ἴκαρον διὰ τὴν νεότητα μετέωρον τὴν πτῆσιν ποιούμενον πεσεῖν εἰς τὸ πέλαγος, τακέντος διὰ τὸν ἥλιον τοῦ συνέχοντος τὰς πτέρυγας κηροῦ, αὐτὸν δὲ παρὰ τὴν θάλατταν πετόμενον καὶ παρ´ ἕκαστον τέγγοντα τὰς πτέρυγας διασωθῆναι παραδόξως εἰς τὴν Σικελίαν. 
(Απολλόδωρος, 3,122)
Ο Δαίδαλος μετά το θάνατο του Ίκαρου έμεινε αρχικά στην Κύμη όπου έχτισε ναό προς τιμή του Απόλλωνα αφιερώνοντάς του τις φτερούγες που τον βοήθησαν να ξεφύγει από την φυλακή που τον είχε ρήξη ο Μίνωας. Μετά την Κύμη πήγε στη Σικελία όπου κέρδισε την εύνοια του Κώκαλου, βασιλιά της Καμικού. Εκεί κατασκεύασε την Κολυμβήθρα, δηλαδή μια τεχνίτη λίμνη που με τον οχετό και το υδραγωγείο την γέμισε με τα νερά του ποταμού Αλάβωνα ο οποίος περνούσε γέμιζε τη λίμνη και στη συνέχεια χυνόταν στη θάλασσα. Άλλο έργο του Δαίδαλου στη Σικελία ήταν μια σπηλιά με φωτιά στον Σελινούντα. Στη σπηλιά αυτή η θερμότητα της φωτιά ήταν κανονισμένη από τον Δαίδαλο έτσι ώστε οι άνθρωποι μπορούσαν να μπαίνουν χωρίς να καίγονται και να νοιώθουν άσκημα, αλλά να ζεσταίνονται, να ιδρώνουν και έτσι θεραπεύονταν από πολλές παθήσεις. Κατασκεύασε επίσης τα τείχη του Ακράγαντα. Αργότερα όμως στη Σικελία έφτασε και ο Μίνωας αναζητώντας τον Δαίδαλο. Συναντήθηκε με τον Κώκαλο και του είπε πως τάχα ψάχνει κάποιον τεχνίτη που να μπορεί να περάσει μια κλωστή μέσα από τους έλικες ενός όστρακου. Ο Κώκαλος υποσχέθηκε πως θα του έλυνε το πρόβλημα και απευθύνθηκε στο Δαίδαλο, ο οποίος τα κατάφερε. Τότε ο Μίνωας αντιλήφθηκε πως ο Δαίδαλος βρισκόταν εκεί και ζήτησε από τον Κώκαλο να του παραδώσει τον δραπέτη. Ο βασιλιάς του Καμικού υποκρινόμενος, υποσχέθηκε πως θα το κάνει και τον κάλεσε σε ένα συμπόσιο για να αποδείξει τις φιλικές του προθέσεις. Οι κόρες του Κώκαλου ετοίμασαν το λουτρό για τον ξένο βασιλιά μα το νερό ήταν τόσο καυτό που ο Μίνωας βρήκε τραγικό θάνατο. Ο Κώκαλος μετέφερε το νεκρό σώμα του Μίνωα στο βασιλικό στόλο που ήταν προσαραγμένος στον Κάμικο, λέγοντάς τους πως γλίστρησε στο μπάνιο και σκοτώθηκε. Οι Κρητικοί έθαψαν τον βασιλιά του σε διπλό τάφο τοποθετώντας τα οστά και στον εξωτερικό χώρο έφτιαξαν ναό της Αφροδίτης.
Ο Πλούταρχος μας διηγείται μια άλλη ιστορία, παράξενη και ελάχιστα πιστευτή, όπως ο ίδιος τη χαρακτηρίζει: «Στην Ελλάδα με κοινή απόφαση όλων των λαών, είχε απαγορευτεί να ναυπηγούνται πλοία που να χρειάζονται παραπάνω από πέντε ναύτες πλήρωμα. Από το μέτρο αυτό είχαν εξαιρέσει τον Ιάσονα, τον κυβερνήτη της Αργώς, που είχε επιφορτιστεί με το καθήκον να διατρέχει τις θάλασσες και να τις καθαρίζει από τους πειρατές. Όταν ο Δαίδαλος δραπέτευσε από την Κρήτη και κατέφυγε στην Αθήνα, ο Μίνωας, παραβιάζοντας τους όρους του διατάγματος τον καταδίωξε με μεγάλα καράβια, μα μια θαλασσοταραχή τον έριξε στις ακτές τις Σικελίας, όπου και πέθανε. Ο γιος του, ο Δευκαλίων, οργίστηκε τότε με τους Αθηναίους και έστειλε τους ανθρώπους του να του παραδώσουν τον Δαίδαλο, απειλώντας πως σε αντίθετη περίπτωση θα σκότωνε τους νέους που τους είχε πάρει ο Μίνωας σαν ομήρους. Ο Θησέας φέρθηκε ευγενικά στους απεσταλμένους και τους θύμισε ότι ο Δαίδαλος ήταν εξάδελφός του μια και είχε μητέρα του τη Μερόπη, την κόρη του Ερεχθέα. Στο μεταξύ έδωσε διαταγή να ναυπηγήσουν κρυφά ένας μεγάλο στόλο. Όταν καθελκυστήκαν όλα τα πλοία, άνοιξαν πανιά και ξεκίνησε μαζί με το Δαίδαλο και τους άλλους τους συντρόφους του που είχαν δραπετεύσει μαζί του. Αυτοί του δείχνανε το δρόμο. Οι Κρήτες δεν υποψιάστηκαν τίποτα, βλέποντας το στόλο υπέθεσαν πως ήταν καράβια φίλων. Ο Θησέας κυρίευσε το λιμάνι χωρίς να συναντήσει αντίσταση, αποβιβάστηκε αμέσως και χτύπησε αιφνιδιαστικά την Κνωσό. Μπροστά στο λαβύρινθο έγινε μάχη, όπου ο Θησέας διέλυσε τα στρατεύματα του Δευκαλίωνα και τον σκότωσε».

 
Vlaho Bukovac (1855-1922) Ίκαρος

Σχόλια
Ο Δαίδαλος συνέβαλε ουσιαστικά στην ανάπτυξη της προελληνικής αρχιτεκτονικής με τα θαυμάσια και μυστηριώδη κτίσματα που κατασκεύασε. Ο λαβύρινθος είναι ένα από αυτά. Στη Σικελία, ίχνη από προϊστορικά μνημεία δείχνουν γιατί ο μύθος συνδέθηκε μεταγενέστερα με τοπικές παραδόσεις για μινωικούς εποικισμούς. Καθόλου λοιπόν τυχαίο που η δράση του μεγάλου Αθηναίου τεχνίτη Δαίδαλου μεταφέρεται στην Σικελία, αφού λάμπρυνε με τα έργα του το βασίλειο του κρητικού ηγεμόνα. Στην αρχική μορφή του μύθου φαίνεται λογικό να υποθέσουμε ότι ο Δαίδαλος φεύγοντας από την Κρήτη επέστρεψε στην πατρίδα του την Αθήνα. Αν και αυτή η άποψη είναι μεταγενέστερη, έχει κάποια σημασία γιατί συνδέει το μύθο του Δαίδαλου –την ενοχή του και την απόδρασή του- με την παράδοση και την υποτέλεια της Αθήνας στη Μινωική Κρήτη, αλλά, και με το μύθο και τα κατορθώματα του Θησέα. Την εκδοχή της επιστροφής του Δαίδαλου στην Αθήνα -με όποιο τρόπο και να έγινε αυτή- προϋποθέτει και το γεγονός του χαμού του Ίκαρου ανατολικά των Κυκλάδων. Σημαντικό επίσης είναι ότι η απόδραση του Δαίδαλου συνδέεται με την ανακάλυψη του πανιού της ναυσιπλοΐας από τον μινωικό πολιτισμό. Την άποψη αυτή ενισχύει και το γεγονός ότι Ναυσικράτη (αυτή που κρατά το πλοίο) είναι το όνομα της γυναίκας του Δαίδαλου. Η Ναυσικράτη αντιστοιχεί στον Ναύπλιο (τον πλοηγό), στον Ναυσιμέδοντα (τον πλοίαρχο), και στον Οίακα (το πηδάλιο) που ο μύθος θέλει πατέρα και αδέλφια του σοφού Παλαμήδη.
Ουσιαστικά ο Ίκαρος είναι παλαιός ηλιακός θεός αντίστοιχος του Φαέθοντα και του Εωσφόρου. Όταν τέτοιοι παλαιοί θεοί παραμερίστηκαν από όμοιους νεότερους, η ηλιολατρική θεολογία υποβάθμισε τους παλιούς θεούς σε ήρωες και μυθολόγισε την πτώση τους σαν ανυπακοή που προκαλεί την οργή του θεού. Αυτό φαίνεται ξεκάθαρα τόσο με τον βιβλικό θεό που γκρέμισε στην Άβυσσο τον Εωσφόρο, όσο και με τον ελληνικό Δία, που συντρίβει με τον κεραυνό του τον ανυπάκουο Φαέθοντα. Υποκατάσταση παλιού ηλιακού θεού από όμοιο νεότερο διαφαίνεται και στην παραλλαγή που θέλει τον Ηρακλή να ενταφιάζει τον Ίκαρο. Η νήσος Ικαρία ήταν πιθανότατα μεγάλο λατρευτικό κέντρο του Ίκαρου, ανάλογο με τη Ρόδο όπου λατρεύονταν ο Ήλιος και τη Δήλο όπου λατρεύονταν ο Απόλλωνας.

Ο Δαίδαλος μεταφέρει το νερό σώμα του Ίκαρου. Θραύσμα από απουλικό ερυθρόμορφο καλυκωτό κρατήρα, περίπου 390-380 π.Χ. Βρετανικό Μουσείο, Λονδίνο.


Σημειώσεις

1. Το αρχαιότερο γενεαλογικό δέντρο του Δαιδάλου (Φερεκύδης FGrHist 3 F 146 και Πλάτων, Ίων 533 a) θέλει ως πατέρα του τον Μητίονα που ήταν γιος του Ερεχθέα, και μητέρα του την Ιφινόη. Μεταγενέστερα εμφανίζονται και τρεις άλλες παραλλαγές όπου ο Δαίδαλος δεν είναι εγγονός αλλά δισέγγονος του Ερεχθέα, είναι δηλαδή γιός του Μητίονα, του Ευπάλαμου του Ερεχθέα (Διόδωρος 4, 76, 7) ή του Ευπάλαμου του Μητίονα του Ερεχθέα (Απολλόδωρος 3, 214) ενώ ο Παυσανίας (9, 3, 2) αναφέρει ως πατέρα του έναν Παλαμάονα προφανώς παραφθορά του Ευπάλαμου. Μητέρα του αναφέρεται η Αλκίππη. Η διαφορά από το σχήμα του Φερεκύδη είναι ότι παρεμβάλλεται μια γέννηση ακόμα, του Ευπάλαμου, πριν ή μετά από τον Μητίονα όπως και στο γενεαλογικό στέμμα των Πελοπιδών που παρεμβάλλεται ο Πλεισθένης πριν ή μετά από τον Ατρέα. Με την παρεμβολή αυτή γίνεται ο Δαίδαλος σύγχρονος του Αιγέα και του Θησέα, ενώ διαφορετικά Θησέας και Δαίδαλος απέχουν δυο γενιές. Πρέπει ωστόσο αν σημειωθεί ότι το σύγχρονο σχήμα είναι ενσωματωμένο στην όλη ιστορία μια και ο Δαίδαλος είναι σύγχρονος του Μίνωα και αυτός του Θησέα. Ο Δαίδαλος λοιπόν είναι ένας εγγονός του Ερεχθέα μόνο στην τοπική αττική εκδοχή. Ακόμα και τη Μητιάδουσα που αναφέρεται ως μητέρα του γίνεται σύνδεση με τον Κέκροπα Β’ γιατί από την άλλη είναι αυτή κόρη του Ευπάλαμου, δηλ. ξαδέλφη του Δαίδαλου και γυναίκα του Κέκροπα Β’ όχι του Ερεχθέα. Γίνεται δηλαδή προσπάθεια από όλες τις πλευρές να δεθεί ο Δαίδαλος σταθερά με την Αττική. Για τη διαμόρφωση αυτών των νεότερων γενεαλογικών πρέπει να έπαιξε αποφασιστικό ρόλο και το γεγονός ότι ο δήμος των Δαιδαλιδών ανήκε στην Κεκροπία φυλή.
Να προσθέσουμε ότι ουσιαστικά ο Δαίδαλος εκπροσωπούσε ότι και ο τεχνίτης θεός Ήφαιστος που λατρευόταν στο γειτονικό δήμο των Ηφαιστιαδών. Σε παράσταση αγγείου εμφανίζεται ο Ήφαιστος να έχει το όνομα Δαίδαλος. Φαίνεται λοιπόν ότι ο Δαίδαλος όχι μόνο δάνεισε το όνομά του στον Ήφαιστο αλλά και τον είχε υποκαταστήσει με το να εμφανίζεται με τις ίδιες ιδιότητες και ικανότητες με εκείνον.
2. Η πλήρης εξιστόρηση του μύθου από τον Απολλόδωρο έχει ως εξής:
[76] Δαίδαλος ἦν τὸ μὲν γένος Ἀθηναῖος, εἷς τῶν Ἐρεχθειδῶν ὀνομαζόμενος· ἦν γὰρ υἱὸς Μητίονος τοῦ Εὐπαλάμου τοῦ Ἐρεχθέως· φύσει δὲ πολὺ τοὺς ἄλλους ἅπαντας ὑπεραίρων ἐζήλωσε τά τε περὶ τὴν τεκτονικὴν τέχνην καὶ τὴν τῶν ἀγαλμάτων κατασκευὴν καὶ λιθουργίαν. Εὑρετὴς δὲ γενόμενος πολλῶν τῶν συνεργούντων εἰς τὴν τέχνην, κατεσκεύασεν ἔργα θαυμαζόμενα κατὰ πολλοὺς τόπους τῆς οἰκουμένης. Κατὰ δὲ τὴν τῶν ἀγαλμάτων κατασκευὴν τοσοῦτο τῶν ἁπάντων ἀνθρώπων διήνεγκεν ὥστε τοὺς μεταγενεστέρους μυθολογῆσαι περὶ αὐτοῦ διότι τὰ κατασκευαζόμενα τῶν ἀγαλμάτων ὁμοιότατα τοῖς ἐμψύχοις ὑπάρχει· βλέπειν τε γὰρ αὐτὰ καὶ περιπατεῖν, καὶ καθόλου τηρεῖν τὴν τοῦ ὅλου σώματος διάθεσιν, ὥστε δοκεῖν εἶναι τὸ κατασκευασθὲν ἔμψυχον ζῷον. Πρῶτος δ´ ὀμματώσας καὶ διαβεβηκότα τὰ σκέλη ποιήσας, ἔτι δὲ τὰς χεῖρας διατεταμένας ποιῶν, εἰκότως ἐθαυμάζετο παρὰ τοῖς ἀνθρώποις· οἱ γὰρ πρὸ τούτου τεχνῖται κατεσκεύαζον τὰ ἀγάλματα τοῖς μὲν ὄμμασι μεμυκότα, τὰς δὲ χεῖρας ἔχοντα καθειμένας καὶ ταῖς πλευραῖς κεκολλημένας. Ὁ δ´ οὖν Δαίδαλος κατὰ τὴν φιλοτεχνίαν θαυμαζόμενος ἔφυγεν ἐκ τῆς πατρίδος, καταδικασθεὶς ἐπὶ φόνῳ διὰ τοιαύτας αἰτίας. Τῆς ἀδελφῆς τῆς Δαιδάλου γενόμενος υἱὸς Τάλως ἐπαιδεύετο παρὰ Δαιδάλῳ, παῖς ὢν τὴν ἡλικίαν· εὐφυέστερος δ´ ὢν τοῦ διδασκάλου τόν τε κεραμευτικὸν τροχὸν εὗρε καὶ σιαγόνι περιτυχὼν ὄφεως, καὶ ταύτῃ ξυλήφιον μικρὸν διαπρίσας, ἐμιμήσατο τὴν τραχύτητα τῶν ὀδόντων· διόπερ κατασκευασάμενος ἐκ σιδήρου πρίονα, καὶ διὰ τούτου πρίζων τὴν ἐν τοῖς ἔργοις ξυλίνην ὕλην, ἔδοξεν εὔχρηστον εὑρηκέναι μέγα πρὸς τὴν τεκτονικὴν τέχνην. Ὁμοίως δὲ καὶ τὸν τόρνον εὑρὼν καὶ ἕτερά τινα φιλοτεχνήματα, δόξαν ἀπηνέγκατο μεγάλην. Ὁ δὲ Δαίδαλος φθονήσας τῷ παιδί, καὶ νομίζων αὐτὸν πολὺ τῇ δόξῃ προέξειν τοῦ διδασκάλου, τὸν παῖδα ἐδολοφόνησε. Θάπτων δ´ αὐτὸν καὶ περικατάληπτος γενόμενος, ἐπηρωτήθη τίνα θάπτει, καὶ ἔφησεν ὄφιν καταχωννύειν. Θαυμάσαι δ´ ἄν τις τὸ παράδοξον, ὅτι διὰ τὸ ζῷον ἐξ οὗ τοῦ πρίονος ἐνεθυμήθη τὴν κατασκευήν, διὰ τούτου καὶ τοῦ φόνου τὴν ἐπίγνωσιν συνέβη γενέσθαι. Κατηγορηθεὶς δὲ καὶ καταδικασθεὶς ὑπὸ τῶν Ἀρεοπαγιτῶν φόνου, τὸ μὲν πρῶτον ἔφυγεν εἰς ἕνα τῶν κατὰ τὴν Ἀττικὴν δήμων, ἐν ᾧ τοὺς κατοικοῦντας ἀπ´ ἐκείνου Δαιδαλίδας ὀνομασθῆναι.
[77] Μετὰ δὲ ταῦτα διαδρὰς εἰς Κρήτην, καὶ διὰ τὴν ἐν τῇ τέχνῃ δόξαν θαυμαζόμενος, φίλος ἐγένετο Μίνωος τοῦ βασιλέως. Κατὰ δὲ τὸν παραδεδομένον μῦθον Πασιφάης τῆς Μίνωος γυναικὸς ἐρασθείσης τοῦ ταύρου, μηχάνημα ποιήσας ὡμοιωμένον βοῒ συνήργησε τῇ Πασιφάῃ πρὸς τὴν ἐπιθυμίαν. Μυθολογοῦσι γὰρ πρὸ τούτων τῶν χρόνων Μίνωα κατ´ ἐνιαυτὸν συνήθως καθιεροῦν τὸν κάλλιστον τῶν γινομένων ταύρων τῷ Ποσειδῶνι καὶ θύειν τοῦτον τῷ θεῷ· γενομένου δὲ τότε ταύρου κάλλει διαφέροντος ἕτερον τῶν ἡττόνων ταύρων θῦσαι· τὸν δὲ Ποσειδῶνα μηνίσαντα τῷ Μίνῳ ποιῆσαι τὴν γυναῖκα αὐτοῦ Πασιφάην ἐρασθῆναι τοῦ ταύρου. Διὰ δὲ τῆς τούτου φιλοτεχνίας τὴν Πασιφάην μιγεῖσαν τῷ ταύρῳ γεννῆσαι τὸν μυθολογούμενον Μινώταυρον. Τοῦτον δέ φασι διφυῆ γεγονέναι, καὶ τὰ μὲν ἀνώτερα μέρη τοῦ σώματος ἄχρι τῶν ὤμων ἔχειν ταύρου, τὰ δὲ λοιπὰ ἀνθρώπου. Τῷ δὲ τέρατι τούτῳ πρὸς διατροφὴν λέγεται κατασκευάσαι Δαίδαλον λαβύρινθον, τὰς διεξόδους σκολιὰς ἔχοντα καὶ τοῖς ἀπείροις δυσευρέτους, ἐν ᾧ τρεφόμενον τὸν Μινώταυρον τοὺς ἐξ Ἀθηνῶν ἀποστελλομένους ἑπτὰ κόρους καὶ κόρας {ἑπτὰ} κατεσθίειν, περὶ ὧν προειρήκαμεν. Τὸν οὖν Δαίδαλον πυθόμενον τὴν ἀπειλὴν τοῦ Μίνωος διὰ τὴν κατασκευὴν τῆς βοός φασι φοβηθέντα τὴν ὀργὴν τοῦ βασιλέως ἐκ τῆς Κρήτης ἐκπλεῦσαι, συνεργούσης τῆς Πασιφάης καὶ πλοῖον δούσης πρὸς τὸν ἔκπλουν. Μετὰ δὲ τούτου τὸν υἱὸν Ἴκαρον φυγόντα κατενεχθῆναι πρός τινα νῆσον πελαγίαν, πρὸς ἣν τὸν Ἴκαρον παραβόλως ἀποβαίνοντα πεσεῖν εἰς θάλατταν καὶ τελευτῆσαι, ἀφ´ οὗ καὶ τὸ πέλαγος Ἰκάριον ὀνομασθῆναι καὶ τὴν νῆσον Ἰκαρίαν κληθῆναι. Τὸν δὲ Δαίδαλον ἐκ τῆς νήσου ταύτης ἐκπλεύσαντα κατενεχθῆναι τῆς Σικελίας πρὸς χώραν ἧς βασιλεύοντα Κώκαλον ἀναλαβεῖν τὸν Δαίδαλον, καὶ διὰ τὴν εὐφυΐαν καὶ δόξαν ποιήσασθαι φίλον ἐπὶ πλέον.
Τινὲς δὲ μυθολογοῦσι, κατὰ τὴν Κρήτην ἔτι Δαιδάλου διατρίβοντος καὶ ὑπὸ τῆς Πασιφάης κρυπτομένου, Μίνωα μὲν τὸν βασιλέα βουλόμενον τιμωρίας ἀξιῶσαι τὸν Δαίδαλον, καὶ μὴ δυνάμενον εὑρεῖν, τά τε πλοῖα πάντα τὰ κατὰ τὴν νῆσον ἐρευνᾶν καὶ χρημάτων πλῆθος ἐπαγγέλλεσθαι δώσειν τῷ τὸν Δαίδαλον ἀνευρόντι. Ἐνταῦθα τὸν Δαίδαλον ἀπογνόντα τὸν διὰ τῶν πλοίων δρασμόν, κατασκευάσαι παραδόξως πτέρυγας πεφιλοτεχνημένας καὶ διὰ κηροῦ θαυμαστῶς ἠσκημένας· ἐπιθέντα δὲ ταύτας τῷ τε τοῦ υἱοῦ σώματι καὶ τῷ ἑαυτοῦ παραδόξως ἐκπετασθῆναι καὶ διαδρᾶναι τὸ πλησίον τῆς Κρήτης νήσου πέλαγος. Καὶ τὸν μὲν Ἴκαρον διὰ τὴν νεότητα μετέωρον τὴν πτῆσιν ποιούμενον πεσεῖν εἰς τὸ πέλαγος, τακέντος διὰ τὸν ἥλιον τοῦ συνέχοντος τὰς πτέρυγας κηροῦ, αὐτὸν δὲ παρὰ τὴν θάλατταν πετόμενον καὶ παρ´ ἕκαστον τέγγοντα τὰς πτέρυγας διασωθῆναι παραδόξως εἰς τὴν Σικελίαν. Ἀλλὰ περὶ μὲν τούτων εἰ καὶ παράδοξός ἐστιν ὁ μῦθος, ὅμως ἐκρίναμεν μὴ παραλιπεῖν αὐτόν.
[78] Δαίδαλος δὲ παρά τε τῷ Κωκάλῳ καὶ τοῖς Σικανοῖς διέτριψε πλείω χρόνον, θαυμαζόμενος ἐν τῇ κατὰ τὴν τέχνην ὑπερβολῇ. Κατεσκεύασε δ´ ἐν τῇ νήσῳ ταύτῃ τινὰ τῶν ἔργων ἃ μέχρι τοῦ νῦν διαμένει. Πλησίον μὲν γὰρ τῆς Μεγαρίδος φιλοτέχνως ἐποίησε τὴν ὀνομαζομένην κολυμβήθραν, ἐξ ἧς μέγας ποταμὸς εἰς τὴν πλησίον θάλατταν ἐξερεύγεται καλούμενος Ἀλαβών. Κατὰ δὲ τὴν νῦν Ἀκραγαντίνην ἐν τῷ Καμικῷ καλουμένῳ πόλιν ἐπὶ πέτρας οὖσαν πασῶν ὀχυρωτάτην κατεσκεύασε καὶ παντελῶς ἐκ βίας ἀνάλωτον· στενὴν γὰρ καὶ σκολιὰν τὴν ἀνάβασιν αὐτῆς φιλοτεχνήσας ἐποίησε δύνασθαι διὰ τριῶν ἢ τεττάρων ἀνθρώπων φυλάττεσθαι. Διόπερ ὁ Κώκαλος ἐν ταύτῃ ποιήσας τὰ βασίλεια καὶ τὰ χρήματα κατατιθέμενος ἀνάλωτον ἔσχεν αὐτὴν διὰ τῆς ἐπινοίας τοῦ τεχνίτου. Τρίτον δὲ σπήλαιον κατὰ τὴν Σελινουντίαν χώραν κατεσκεύασεν, ἐν ᾧ τὴν ἀτμίδα τοῦ κατ´ αὐτὴν πυρὸς οὕτως εὐστόχως ἐξέλαβεν ὥστε διὰ τὴν μαλακότητα τῆς θερμασίας ἐξιδροῦν λεληθότως καὶ κατὰ μιχρὸν τοὺς ἐνδιατρίβοντας καὶ μετὰ τέρψεως θεραπεύειν τὰ σώματα μηδὲν παρενοχλουμένους ὑπὸ τῆς θερμότητος. Κατὰ δὲ τὸν Ἔρυκα πέτρας οὔσης ἀποτομάδος εἰς ὕψος ἐξαίσιον, καὶ τῆς κατὰ τὸ ἱερὸν τῆς Ἀφροδίτης στενοχωρίας ἀναγκαζούσης ἐπὶ τὸ τῆς πέτρας ἀπόκρημνον ποιήσασθαι τὴν οἰκοδομίαν, κατεσκεύασεν ἐπ´ αὐτοῦ τοῦ κρημνοῦ τοῖχον, προβιβάσας παραδόξως τὸ ὑπερκείμενον τοῦ κρημνοῦ. Χρυσοῦν τε κριὸν τῇ Ἀφροδίτῃ τῇ Ἐρυκίνῃ φασὶν αὐτὸν φιλοτεχνῆσαι περιττῶς εἰργασμένον καὶ τῷ κατ´ ἀλήθειαν κριῷ ἀπαρεγχειρήτως ὡμοιωμένον. Ἄλλα τε πολλά φασιν αὐτὸν φιλοτεχνῆσαι κατὰ τὴν Σικελίαν, ἃ διὰ τὸ πλῆθος τοῦ χρόνου διέφθαρται.
[79] Μίνως δ´ ὁ τῶν Κρητῶν βασιλεὺς θαλαττοκρατῶν κατ´ ἐκείνους τοὺς χρόνους, καὶ πυθόμενος τὴν Δαιδάλου φυγὴν εἰς Σικελίαν, ἔγνω στρατεύειν ἐπ´ αὐτήν. Παρασκευασάμενος δὲ δύναμιν ναυτικὴν ἀξιόλογον ἐξέπλευσεν ἐκ τῆς Κρήτης, καὶ κατῆρε τῆς Ἀκραγαντίνης εἰς τὴν ἀπ´ ἐκείνου Μινῴαν καλουμένην. Ἀποβιβάσας δὲ τὴν δύναμιν καὶ πέμψας ἀγγέλους πρὸς Κώκαλον τὸν βασιλέα ἐξῄτει τὸν Δαίδαλον εἰς τιμωρίαν. Ὁ δὲ Κώκαλος εἰς σύλλογον προκαλεσάμενος καὶ πάντα ποιήσειν ἐπαγγειλάμενος ἐπὶ τὰ ξένια παρέλαβε τὸν Μίνω. Λουμένου δ´ αὐτοῦ, Κώκαλος μὲν παρακατασχὼν πλείονα χρόνον ἐν τῷ θερμῷ τὸν Μίνωα διέφθειρε, καὶ τὸ σῶμα ἀπέδωκε τοῖς Κρησί, πρόφασιν ἐνεγκὼν τοῦ θανάτου διότι κατὰ τὸν λουτρῶνα ὠλίσθηκε καὶ πεσὼν εἰς τὸ θερμὸν ὕδωρ ἐτελεύτησε. Μετὰ δὲ ταῦθ´ οἱ μὲν συνεστρατευμένοι τὸ σῶμα τοῦ βασιλέως ἔθαψαν μεγαλοπρεπῶς, καὶ διπλοῦν τάφον οἰκοδομήσαντες κατὰ μὲν τὸν κεκρυμμένον τόπον ἔθεσαν τὰ ὀστᾶ, κατὰ δὲ τὸν ἀνεῳγμένον ἐποίησαν Ἀφροδίτης νεών. Οὗτος δ´ ἐπὶ γενεὰς πλείους ἐτιμᾶτο, θυόντων τῶν ἐγχωρίων ὡς Ἀφροδίτης ὄντος τοῦ νεώ· κατὰ δὲ τοὺς νεωτέρους καιροὺς κτισθείσης μὲν τῆς τῶν Ἀκραγαντίνων πόλεως, γνωσθείσης δὲ τῆς τῶν ὀστῶν θέσεως, συνέβη τὸν μὲν τάφον καθαιρεθῆναι, τὰ δ´ ὀστᾶ τοῖς Κρησὶν ἀποδοθῆναι, Θήρωνος δυναστεύοντος τῶν Ἀκραγαντίνων. Οὐ μὴν ἀλλ´ οἱ κατὰ τὴν Σικελίαν Κρῆτες μετὰ τὴν Μίνωος τελευτὴν ἐστασίασαν διὰ τὴν ἀναρχίαν, τῶν δὲ νεῶν ὑπὸ τῶν περὶ τὸν Κώκαλον Σικανῶν ἐμπυρισθεισῶν τὴν μὲν εἰς τὰς πατρίδας ἐπάνοδον ἀπέγνωσαν, κρίναντες δ´ ἐν τῇ Σικελίᾳ κατοικεῖν, οἱ μὲν ἐνταῦθα πόλιν ᾤκισαν ἣν ἀπὸ τοῦ βασιλέως αὐτῶν Μινῴαν ὠνόμασαν, οἱ δὲ διὰ τῆς μεσογείου πλανηθέντες καὶ καταλαβόμενοι χωρίον ὀχυρὸν ἔκτισαν πόλιν ἣν ἀπὸ τῆς ἐν τῇ πόλει ῥεούσης πηγῆς ὠνόμασαν Ἔγγυον. Ὕστερον δὲ μετὰ τὴν τῆς Τροίας ἅλωσιν Μηριόνου τοῦ Κρητὸς προσενεχθέντος τῇ Σικελίᾳ, προσεδέξαντο τοὺς καταπλεύσαντας Κρῆτας διὰ τὴν συγγένειαν καὶ τῆς πολιτείας μετέδοσαν, ὁρμώμενοι δ´ ἐξ ὀχυρᾶς πόλεως καὶ καταπολεμήσαντές τινας τῶν περιοίκων ἱκανὴν κατεκτήσαντο χώραν. Ἀεὶ δὲ μᾶλλον αὐξόμενοι, καὶ κατασκευάσαντες ἱερὸν τῶν Μητέρων, διαφόρως ἐτίμων τὰς θεάς, ἀναθήμασι πολλοῖς κοσμοῦντες τὸ ἱερὸν αὐτῶν. Ταύτας δ´ ἀφιδρυθῆναί φασιν ἐκ τῆς Κρήτης διὰ τὸ καὶ παρὰ τοῖς Κρησὶ τιμᾶσθαι τὰς θεὰς ταύτας διαφερόντως.
2. Περὶ Πασιφάης. Περὶ Πασιφάης μυθεύεται ὡς ἠράσθη ταύρου νεμομένου, ∆αίδαλον δὲ ποιῆσαι βοῦν ξυλίνην καὶ ἐγκλεῖσαι τὴν Πασιφάην εἰς αὐτήν, οὕτω δὲ τὸν ταῦρον 7. ἐπιβάντα μιγῆναι τῇ γυναικί, τὴν δὲ κυῆσαι καὶ τεκεῖν παῖδα σῶμα μὲν ἔχοντα ἀνδρός, κεφαλὴν δὲ βοός. 
 
Πηγές

Για τη σύνταξη και τεκμηρίωση του κειμένου για τον Δαίδαλο και Ίκαρο, αντλήθηκαν στοιχεία από τις παρακάτω πηγές:
Ελληνική Μυθολογία, τομ. 2,3, υπό την γενική εποπτεία Ι.Θ. Κακριδή, Εκδοτική Αθηνών.
Richepin, Jean, Μεγάλη Ελληνική Μυθολογία, 2 τόμοι, μετ. Κοσμάς Πολίτης, Άρης Αλεξάνδρου, εκδόσεις Αυλός.
Βοϊτεχ Ζαμαρόφσκυ, Θεοί και ήρωες του αρχαίου κόσμου, μετ. Λαζ. Μαλλιός , Ελένη Πούπτη, εκδόσεις Ηλιάδης.
Απολλόδωρος, 3, 214
Διόδωρος, 4, 76, 7
Όμηρος, Ιλιάδα
Παυσανίας, 9, 3, 2
Παυσανίας, 1, 26, 4
Πλάτων, Ίων 533 a
Υγίνος 39
Φερεκύδης, FGrHist 3 F 146

Όπου μας ήταν γνωστά, οι δημιουργοί, τα πνευματικά δικαιώματα, οι διαστάσεις, το υλικό και οι κάτοχοι των έργων αναφέρονται, όπως αναφέρονται και οι πηγές από τις οποίες αντλήθηκαν. Αν κάποιος κάτοχός πνευματικού δικαιώματος, συλλέκτης ή δημιουργός θέλει να αναφερθεί το όνομά του ή να αφαιρεθεί το έργο να επικοινωνήσει μαζί μας και αυτό θα γίνει άμεσα.


Alfredo Dagli Orti, Δαίδαλος και Ίκαρος


 
Carlo Saraceni, Η πτώση του Ίκαρου



Pieter Bruegel de Oude, Τοπίο με πτώση Ίκαρου, 1558

λάδι σε καμβά κολλημένοι σε ξύλο 73.5 × 112 cm Βασιλικό Μουσείο, Βέλγιο (πηγή)



Η Πασιφάη μπαίνει στο ξύλινο ομοίωμα ταύρου που κατασκεύασε ο Δαίδαλος, 1530. Giulio Romano



Anthony Van Dijck (1599-1641), Δαίδαλος και Ίκαρος,
λάδι σε καμβά, 115.3 x 86.4 cm., Art Gallery of Ontario, Toronto, Canada.

Anthony van Dyck, Δαίδαλος και Ίκαρος. National Trust, Clandon Park.



 
Herbert James Draper (1863–1920), Θρήνος για τον Ίκαρο.


Domenico Piola (1627-1703). Δαίδαλος και Ίκαρος, 1670.



Charles Paul Landon (1760-1826), Δαίδαλος και Ίκαρος, 1799.



 

(;)



Joseph Marie Daedalu, Ο Δαίδαλος δένει τα φτερά στονΊκαρο.


Ελληνικό γραμματόσημο με θέμα το μύθο του Δαίδαλου και Ίκαρου



 
Bonaventura Genelli (1798-1868), Ο Δαίδαλος φτιάχνει τα φτερά για τον Ίκαρο, 1850.

Neues Museum. Βέλγιο.



Galileo Chini (1873-1956), Η τώση του Ίκαρου, 1907.


(;)


(;)


Bryan Larsen, Ίκαρος, 2009.



(;)



(;)



 

Sir William Blake Richmond, Ίκαρος 1887.



(;)



(;)



(;)



David, Giovanni, Ο Δαίδαλος φτιάχνει τα φτερά τουΊκαρου, 1775.
 Harvard Art Museums Fogg Museum.

 

Holroyd, Charles, Ο Δαίδαλος προσαρμόζει τα φτερά στον Ίκαρο, 1895.  
Χαλκογραφία Λονδίνο, Βρετανικό Μουσείο.



(;)



Carmelo Blázquez Jiménez, Ίκαρος (πηγή)



 

Yuri Leonov, Ίκαρος, ακρυλικό σε καμβά, 60"x36" (πηγή)



lucianne lassalle, Η πτώση του Ίκαρου, πηλός (πηγή)


Anthony Gayton, Δαίδαλος καιΊκαρος, (πηγή)



Anthony Gayton, Ίκαρος, (πηγή)



lucianne lassalle, Η πτώση του Ίκαρου, μπρούτζος (πηγή)


(;)



Sascha Schneider.(1870-1927), Ίκαρος, 1906



 
Laurent Pécheux (1729-1821), Δαίδαλος και Ίκαρος,
λάδι σε καμβά 98 x 73 cm.


Lord Frederick Leighton, (1830–1896), Δαίδαλος και Ίκαρος, 1869



Odilon Redon, (1840–1916),Ίκαρος.



Pyotr Ivanovich Sokolov (1753 – 1791), Δαίδαλος και Ίκαρος, 1776.



(;)



Henry Campbell, Δαίδαλος και Ίκαρος, 1979.
Royal Air Force Museum, Λονδίνο.


Στάθης Αλεξόπουλος,Ίκαρος.



 
Α. Ροντέν. Η πτώση του Ίκαρου , Μουσείο Ροντέν, Παρίσι (πηγή)


Lucilio de Albuquerque (1887-1939), Το ξύπνημα του Ίκαρου.



Anthony Gayton, θρήνος για τον Ίκαρο, (πηγή)

 

2 σχόλια:

  1. εξαιρετικό, "περισπούδαστο" αφιέρωμα! Θαυμάζω τη σχολαστικότητα στον εντοπισμό των πηγών! Πότε τέτοια στα λύκειά μας;
    Ξενικός

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Αγαπητέ Ξενικέ για μια ακόμα φορά ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια.
    Είναι βαθιά μου επιθυμία ότι γράφω να είναι -στο μέτρο του δυνατού- καλά τεκμηριωμένο. Εξάλλου πάντα πίστευα ότι όταν κάνεις κάτι, πρέπει να το κάνεις όσο το δυνατόν καλύτερα, ή, να μην το κάνεις καθόλου. Η μετριότητα και η προχειρότητα περισσεύουν στην εποχή μας, γι' αυτό και έχουμε χορτάσει από φελλούς.
    Ξέρεις ένα από τα κυριότερα πρόβλημα με τούτο εδώ το μέσο είναι ότι ο καθένας μπορεί να γράψει ότι θέλει χωρίς αδιαφορώντας για την απαραίτητη τεκμηρίωση, που σου δίνει τη δυνατότητα να ελέγξεις το αληθές των αναγραφομένων του.
    Τώρα το θέμα της παιδείας στη χώρα μας ας το αφήσουμε προς το παρόν γιατί «πονάει» πολύ...

    ΑπάντησηΔιαγραφή